- κρύοτρον
- το(ηλεκτρολ.) στοιχείο ηλεκτρικού κυκλώματος το οποίο υπό κανονικές συνθήκες συμπεριφέρεται ως ηλεκτρική αντίσταση, όταν όμως δεχθεί την επίδραση ενός ισχυρού μαγνητικού πεδίου συμπεριφέρεται ως υπεραγωγός, λόγος για τον οποίο χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα ως μονάδα μνήμης στα υπολογιστικά συστήματα.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cryotron < cry(o)- (< κρύος, το) + -tron (< -τρον, κατάλ. δηλωτική οργάνων)].
Dictionary of Greek. 2013.